- ιερομνήμονας
- ο (ΑΜ ἱερομνήμων, Α δωρ. τ. ἱερομνάμων)τίτλος που απονέμεται σε ιερείς(νεοελλ.-μσν.) εκκλησιαστικό αξίωμα που έδιναν, κατά τη βυζαντινή εποχή κυρίως, σε διακόνους και, σπάνια, σε ιερείς ή λαϊκούςαρχ.1. αυτός που γνώριζε τα σχετικά με τη θεία λατρεία2. ο αντιπρόσωπος τών αμφικτυονικών πόλεων στο δελφικό συνέδριο3. ο άρχοντας που φρόντιζε για τις θυσίες («ἐπὶ ἱερομνήμονος... Δαμάγητος», Δημοσθ.)4. στον πληθ. oἱ ἱερομνήμονεςδημόσιοι λειτουργοί που ασκούσαν καθήκοντα γραμματέων5. (στη Ρώμη) ποντίφικας.[ΕΤΥΜΟΛ. < ιερ(ο)-* + -μνήμων (< μνήμων < μιμνῄσκω), πρβλ. αει-μνήμων, πολυ-μνήμων].
Dictionary of Greek. 2013.